"ΚΟΥ ΚΟΥ" φώναξε από τη γωνία
και την ίδια στιγμή βρέθηκε μπροστά μου. Συνήθιζε να τα κάνει αυτά τα αστεία το
πρωί όση ώρα τον περίμενα για να πάμε στο σχολείο. Τόσα χρόνια στο δημοτικό και
στο γυμνάσιο κάθε πρωί μου έκανε το ίδιο αστείο. Και εγώ πάντα τρόμαζα και του
έλεγα να μη το ξανακάνει γιατί πρώτη θα φτάσει η καρδιά μου στην τάξη και μετά
εγώ. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Εδώ που τα λέμε και εμένα από μια άποψη μου άρεσε. Μου άρεσαν τα ξαφνιάσματα
από τότε και ας ήταν τελικά στην ημερησία διάταξη. Είχα την ανάγκη από ένα
τονωτικό. Είχα την ανάγκη να βλέπω το φίλο μου να σκάει στα γέλια με τη
σαστιμάρα μου. Μαζί στο ίδιο θρανίο και στα διαλείμματα αχώριστοι. Σαν Χιώτες
παντού πηγαίναμε μαζί. Αυτός ήταν και ο λόγος που κανείς μας δε καθότανε
τερματοφύλακας. Μαζί στην άμυνα, μαζί και στις επιθέσεις. Κατέβαιναν τα
σκοτάδια και οι γονείς μας έβγαιναν παγανιά να μας μαζέψουν. Μετά στο λύκειο
χωρίσαμε τα τσανάκια μας. Ούτε κου κου ούτε ποδαράτη κουβεντούλα. Κάποιοι
σκόρπιοι καφέδες τα Σαββατοκύριακα και αυτό ήταν όλο. Πήγαινε στο τεχνικό και
εγώ συνέχισα στο λύκειο. Άρχισαν και τα διαβάσματα και το ξάφνιασμα πήγε
στράφι. Μετά τα Σαββατοκύριακα γίνανε μια φορά το μήνα και τελικά κάποτε.
"Άντε ρε φίλε να τα πούμε κάποτε". Ένα κάποτε που δεν έφτασε ποτέ. Το
όλο θέμα ξεφούσκωσε χωρίς θόρυβο και ο καθένας μας ακολούθησε άλλες
περπατησιές. Πού και που τον βλέπω όταν τυχαίνει να περάσω μπροστά από το
συνεργείο αυτοκινήτων που έχει στη γειτονιά. Περιμένω ακόμα να μου κάνει κου
κου και εγώ να αρχίσω να χοροπηδώ. Γιατί τελικά αυτό που μας έδενε τόσα χρόνια
ήταν ακριβώς αυτό το κου κου. Εγώ χαιρόμουν που τον έκανα να χοροπηδάει από τα
γέλια και αυτός ευτυχισμένος με την αποκοτιά του. Ίσως να έφταιξα και εγώ. Να σταμάτησα
ξαφνικά να πετάγομαι με αυτά τα κου κου και να αντιδρούσα σα κύριος. Έφυγε το
ξάφνιασμα και η μαγεία μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου