Έτυχε κάποτε να τον γνωρίσω σε ένα μαγαζί που είχε ανοίξει στη γειτονιά και έπαιζε acid jazz. Στη γειτονιά δεν άρεσε και πολύ αυτή η μουσική, κρίνοντας από τους ρυθμούς που πηγαινοερχόταν οι αστυνομικοί, αλλά εμένα και του τύπου που εκείνη τη μέρα γνώρισα, μας πήγαινε γάντι.
Ήταν γύρω στα σαράντα, αξύριστος τριών ημερών, με μεγάλα λαμπερά μάτια και ρούχα που έδειχναν να μη βολεύονται πάνω του, όποια στάση και να έπαιρνε το σώμα του.
Καθόμασταν και ρουφούσαμε τα ποτά μας ήρεμα και ωραία, όλα έμοιαζαν να τσουλάνε και ήταν Παρασκευή. Είχαμε πάει μόνοι μας για ένα ποτό πριν τον ύπνο και το μόνο που θέλαμε ήταν αυτό. Να ακούσουμε λίγη μουσική, κοιτάζοντας τον κόσμο να πηγαινοέρχεται και να αφήσουμε γλυκά την ώρα να περάσει από πάνω μας.
Κάποια στιγμή με πλησίασε και μου άνοιξε κουβέντα. Δεν ήταν φορτικός, ούτε μιλούσε πολύ, ούτε ρωτούσε πολλά. Οι προτάσεις του ήταν κοφτές και ήξερε να βάζει τελεία και να φτιάχνει παραγράφους που η μια στοιχιζόταν κάτω από την άλλη με ένα στέρεο τρόπο.
Με το τρίτο ποτό μου είπε πως πίστευε πως οποιοδήποτε πλεονέκτημα και να έχει κάποιος, μπορεί να μεταστραφεί σε μειονέκτημα που οδηγεί σε χειρότερο αποτέλεσμα από αυτό που θα προέκυπτε αν δεν υπήρχε αυτό το πλεονέκτημα εξαρχής.
Μου το είχε πει αρκετά περιεκτικά, κάπως έτσι:
"Η υπεροχή προκύπτει σα τη θεωρείς ως κάτι το φυσιολογικό και όχι ως κάτι που σου δίνει συγκριτικό πλεονέκτημα".
Μη καταλαβαίνοντας τι εννοούσε τον παρακάλεσα να μου το κάνει σε κερματάκια.
Κοίταξε πρώτα προσεκτικά τριγύρω, μη τύχει και κανείς προσέξει την κουβέντα που θα μου έλεγε, και μετά είπε:
"Γεννήθηκα με την ικανότητα να μπορώ να δω τι θα συμβεί τα επόμενα πέντε λεπτά. Ακριβώς πέντε λεπτά, με το ρολόι. Για πολλά χρόνια στηρίχθηκα πάνω σε αυτή μου την ικανότητα. Μπόρεσα να αποφύγω αρκετά ατυχήματα με το αμάξι μου και δεν έχω φάει χυλόπιτα από γυναίκα στη ζωή μου γιατί ήξερα ακριβώς τι θα μου απαντούσε αν πήγαινα να τη γνωρίσω. Στα χαρτιά δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω ποτέ και η αλήθεια είναι πως από εκεί έχει προκύψει το εισόδημα μου, ενώ δε με έχουν συλλάβει ποτέ γιατί μπορούσα να προβλέψω αυτά τα ρυμάδια τα πέντε λεπτά".
Ξεφύσηξε και σήκωσε το χέρι για να παραγγείλει, ξανακοίταξε τριγύρω και μετά έσκυψε και πάλι προς τη μεριά μου για να συνεχίσει.
"Ξέρεις όμως κάτι; Και έτσι τίποτα δε γίνεται. Πέντε μόλις λεπτά δε σου λένε όλη την ιστορία. Για παράδειγμα δεν μπορούσα ποτέ να κερδίσω σε ένα διαγωνισμό λόττο γιατί από την λήξη υποβολής του δελτίου ως την κλήρωση μεσολαβούσε ακριβώς μισή ώρα. Δε μπορούσα να γνωρίζω αν η γυναίκα που παντρεύτηκα θα με έκανε ευτυχισμένο ακόμα και μετά από είκοσι, τριάντα ή σαράντα χρόνια. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα του πότε θα πεθάνω και το μόνιμο άγχος μου τον τελευταίο καιρό είναι μη τύχει και προβλέψω το τελευταίο μου πεντάλεπτο. Με λίγα λόγια, προσκολλήθηκα τόσο σε αυτή την ικανότητα που αφέθηκα να με καθοδηγεί. Τώρα πλέον νιώθω τελείως ανίκανος να ζήσω μια φυσιολογική ζωή. Το μόνο που κάνω είναι να ζω πέντε λεπτά μπροστά από όλους τους υπόλοιπους και πίστεψε με δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστο".
Έγειρε πίσω στο σκαμπό και και άρχισε να κουνάει τη μέση του στο ρυθμό που έπαιζε.
Είχα μείνει στην ίδια θέση με πριν και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που είχα ακούσει.
Πλησίασε και πάλι το πρόσωπο του στο αυτί μου και πρόσθεσε:
"Το να βρίσκεσαι μόλις πέντε λεπτά μπροστά είναι σα να κρατάς τσίλιες έξω από τον παράδεισο. Τόσο κοντά στο να απαντηθούν όλα σου τα ερωτηματικά αλλά τελικά τόσο μακριά από αυτή την προοπτική, δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις"
Μάλλον καταλαβαίνω τώρα. Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω αλλά δε του το είπα. Του χαμογέλασα μόνο και τον ρώτησα τι θα συμβεί αν εκείνη τη στιγμή βγαίναμε από το μπαράκι χωρίς να πληρώσουμε τα ποτά μας.
"Τίποτα" μου είχε απαντήσει. "Κανείς δε θα το πάρει είδηση γιατί σε δύο λεπτά θα έρθει η αστυνομία να τους κάνει παρατήρηση για την ένταση του ήχου"
Τελειώσαμε τότε τα ποτά μας και φάγαμε λίγα φιστίκια που είχαν απομείνει. Πληρώσαμε κανονικά και βγήκαμε έξω. Είδαμε την αστυνομία να πλησιάζει και να παρκάρει έξω από το μαγαζί. Τον κοίταξα και δε το πίστευα.
Ο αστυνόμος μας σταμάτησε και ρώτησε αν είμαστε εμείς που τον φωνάξαμε.
Πριν προλάβω να του απαντήσω όχι, με πρόλαβε λέγοντας:
"Ναι, πήρα τηλέφωνο για εκείνο τον καβγά στον τρίτο όροφο. Άκουσα πως την απειλεί πως κρατάει μαχαίρι και δεν αντέχει να είναι κερατάς"
Βλέποντας τον αστυνόμο να τρέχει στην είσοδο της διπλανής πολυκατοικίας, γύρισα και τον κοίταξα με απορία.
"Αλήθεια σου λέω, θα το διαβάσεις αύριο. Τελικά δε πρόλαβε ο αστυνόμος"
Χαιρετηθήκαμε και χωρίσαμε. Δεν ξέρω γιατί αλλά η ζωή μου έγινε λίγο διαφορετική μετά από αυτή τη γνωριμία μου.
Αυτά λοιπόν.
Καλό βράδυ.
Για τα επόμενα πέντε λεπτά τουλάχιστον.
Ήταν γύρω στα σαράντα, αξύριστος τριών ημερών, με μεγάλα λαμπερά μάτια και ρούχα που έδειχναν να μη βολεύονται πάνω του, όποια στάση και να έπαιρνε το σώμα του.
Καθόμασταν και ρουφούσαμε τα ποτά μας ήρεμα και ωραία, όλα έμοιαζαν να τσουλάνε και ήταν Παρασκευή. Είχαμε πάει μόνοι μας για ένα ποτό πριν τον ύπνο και το μόνο που θέλαμε ήταν αυτό. Να ακούσουμε λίγη μουσική, κοιτάζοντας τον κόσμο να πηγαινοέρχεται και να αφήσουμε γλυκά την ώρα να περάσει από πάνω μας.
Κάποια στιγμή με πλησίασε και μου άνοιξε κουβέντα. Δεν ήταν φορτικός, ούτε μιλούσε πολύ, ούτε ρωτούσε πολλά. Οι προτάσεις του ήταν κοφτές και ήξερε να βάζει τελεία και να φτιάχνει παραγράφους που η μια στοιχιζόταν κάτω από την άλλη με ένα στέρεο τρόπο.
Με το τρίτο ποτό μου είπε πως πίστευε πως οποιοδήποτε πλεονέκτημα και να έχει κάποιος, μπορεί να μεταστραφεί σε μειονέκτημα που οδηγεί σε χειρότερο αποτέλεσμα από αυτό που θα προέκυπτε αν δεν υπήρχε αυτό το πλεονέκτημα εξαρχής.
Μου το είχε πει αρκετά περιεκτικά, κάπως έτσι:
"Η υπεροχή προκύπτει σα τη θεωρείς ως κάτι το φυσιολογικό και όχι ως κάτι που σου δίνει συγκριτικό πλεονέκτημα".
Μη καταλαβαίνοντας τι εννοούσε τον παρακάλεσα να μου το κάνει σε κερματάκια.
Κοίταξε πρώτα προσεκτικά τριγύρω, μη τύχει και κανείς προσέξει την κουβέντα που θα μου έλεγε, και μετά είπε:
"Γεννήθηκα με την ικανότητα να μπορώ να δω τι θα συμβεί τα επόμενα πέντε λεπτά. Ακριβώς πέντε λεπτά, με το ρολόι. Για πολλά χρόνια στηρίχθηκα πάνω σε αυτή μου την ικανότητα. Μπόρεσα να αποφύγω αρκετά ατυχήματα με το αμάξι μου και δεν έχω φάει χυλόπιτα από γυναίκα στη ζωή μου γιατί ήξερα ακριβώς τι θα μου απαντούσε αν πήγαινα να τη γνωρίσω. Στα χαρτιά δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω ποτέ και η αλήθεια είναι πως από εκεί έχει προκύψει το εισόδημα μου, ενώ δε με έχουν συλλάβει ποτέ γιατί μπορούσα να προβλέψω αυτά τα ρυμάδια τα πέντε λεπτά".
Ξεφύσηξε και σήκωσε το χέρι για να παραγγείλει, ξανακοίταξε τριγύρω και μετά έσκυψε και πάλι προς τη μεριά μου για να συνεχίσει.
"Ξέρεις όμως κάτι; Και έτσι τίποτα δε γίνεται. Πέντε μόλις λεπτά δε σου λένε όλη την ιστορία. Για παράδειγμα δεν μπορούσα ποτέ να κερδίσω σε ένα διαγωνισμό λόττο γιατί από την λήξη υποβολής του δελτίου ως την κλήρωση μεσολαβούσε ακριβώς μισή ώρα. Δε μπορούσα να γνωρίζω αν η γυναίκα που παντρεύτηκα θα με έκανε ευτυχισμένο ακόμα και μετά από είκοσι, τριάντα ή σαράντα χρόνια. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα του πότε θα πεθάνω και το μόνιμο άγχος μου τον τελευταίο καιρό είναι μη τύχει και προβλέψω το τελευταίο μου πεντάλεπτο. Με λίγα λόγια, προσκολλήθηκα τόσο σε αυτή την ικανότητα που αφέθηκα να με καθοδηγεί. Τώρα πλέον νιώθω τελείως ανίκανος να ζήσω μια φυσιολογική ζωή. Το μόνο που κάνω είναι να ζω πέντε λεπτά μπροστά από όλους τους υπόλοιπους και πίστεψε με δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστο".
Έγειρε πίσω στο σκαμπό και και άρχισε να κουνάει τη μέση του στο ρυθμό που έπαιζε.
Είχα μείνει στην ίδια θέση με πριν και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που είχα ακούσει.
Πλησίασε και πάλι το πρόσωπο του στο αυτί μου και πρόσθεσε:
"Το να βρίσκεσαι μόλις πέντε λεπτά μπροστά είναι σα να κρατάς τσίλιες έξω από τον παράδεισο. Τόσο κοντά στο να απαντηθούν όλα σου τα ερωτηματικά αλλά τελικά τόσο μακριά από αυτή την προοπτική, δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις"
Μάλλον καταλαβαίνω τώρα. Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω αλλά δε του το είπα. Του χαμογέλασα μόνο και τον ρώτησα τι θα συμβεί αν εκείνη τη στιγμή βγαίναμε από το μπαράκι χωρίς να πληρώσουμε τα ποτά μας.
"Τίποτα" μου είχε απαντήσει. "Κανείς δε θα το πάρει είδηση γιατί σε δύο λεπτά θα έρθει η αστυνομία να τους κάνει παρατήρηση για την ένταση του ήχου"
Τελειώσαμε τότε τα ποτά μας και φάγαμε λίγα φιστίκια που είχαν απομείνει. Πληρώσαμε κανονικά και βγήκαμε έξω. Είδαμε την αστυνομία να πλησιάζει και να παρκάρει έξω από το μαγαζί. Τον κοίταξα και δε το πίστευα.
Ο αστυνόμος μας σταμάτησε και ρώτησε αν είμαστε εμείς που τον φωνάξαμε.
Πριν προλάβω να του απαντήσω όχι, με πρόλαβε λέγοντας:
"Ναι, πήρα τηλέφωνο για εκείνο τον καβγά στον τρίτο όροφο. Άκουσα πως την απειλεί πως κρατάει μαχαίρι και δεν αντέχει να είναι κερατάς"
Βλέποντας τον αστυνόμο να τρέχει στην είσοδο της διπλανής πολυκατοικίας, γύρισα και τον κοίταξα με απορία.
"Αλήθεια σου λέω, θα το διαβάσεις αύριο. Τελικά δε πρόλαβε ο αστυνόμος"
Χαιρετηθήκαμε και χωρίσαμε. Δεν ξέρω γιατί αλλά η ζωή μου έγινε λίγο διαφορετική μετά από αυτή τη γνωριμία μου.
Αυτά λοιπόν.
Καλό βράδυ.
Για τα επόμενα πέντε λεπτά τουλάχιστον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου