ΜΙΑ ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ ΕΜΕΙΝΕ.
Κάποιος
εχθές μου είπε ότι είμαι αλλού για αλλού. Ότι όλο να ονειρεύομαι θέλω,
για έρωτα να μιλώ, και για ξέφρενες νύχτες να συζητώ. Να κοιτάζω τα
σύννεφα και τα φεγγάρια, να χαϊδεύω παπαρούνες την άνοιξη και να μαζεύω
άνθη αμυγδαλιάς. Με έπιασε από τον σβέρκο και μου έδειξε όλο τον πόνο
εκεί πέρα. «Κοίτα αυτόν εκεί, μόλις πέθανε», ή «κοίτα τον ζητιάνο που
ζυγίζει πιο λίγο και από το ντενεκεδάκι του».
Έσκυψα το κεφάλι χάμω
σα μετανιωμένο παιδί. Ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Υπήρχε πολύς πόνος
εκεί έξω. Υπήρχαν δάκρυα καυτά και ξεσκισμένες σάρκες. Υπήρχε ένας
βουβός πόλεμος και μια απειλή θανάτου. Υπήρχε αίμα που πάγωνε στο κρύο
και αίμα που έτρεχε δίχως λόγο.
Του άγγιξα το χέρι στον σβέρκο μου
και το χάιδεψα για λίγο. «Το ξέρω» είπα. «Το ξέρω ότι η ζωή δεν είναι
γεμάτη με τις παπαρούνες που μαζεύω τώρα. Μη νομίζεις ότι είμαι καμιά
χιονάτη με τους επτά νάνους να τρέχουμε στα λιβάδια. Τιμάμε τη θλίψη με
ένα γέλιο και ένα όνειρο. Τα δάκρυα που χύνονται πέφτουν στο χώμα. Δε
κλείνουν πληγές, δε δίνουν χαρά.»
Με κοίταξε και τράβηξε το χέρι του από τον λαιμό μου.
«Τι θέλεις να μου πεις; Τι κάνεις για το αίμα που χύνεται εδώ και κει;
Τι νόημα έχει να κόβεις τα άνθη από τις αμυγδαλιές τώρα;»
«Κόβω τα
άνθη για να τα βάλω στο αυτί μου και να ακούσω τη σοφία τους. Πως
μπορούν να ανθίζουν όταν ποτίζονται με τόσα δάκρυα τριγύρω. Θέλω να
ακούσω τι έχουν να μου πουν. Ποια είναι η λύση.»
Χωρίσαμε τους
δρόμους μας και έσκυψα να μαζέψω μια παπαρούνα από ένα χωράφι κοντά στο
σπίτι μου. Ήταν η τελευταία που είχε μείνει στο ξερό το χώμα. Ήταν τόσο
κόκκινη, τόσο υπερήφανη θεέ μου! Ήταν τόσο όμορφη που λυπήθηκα να την
κόψω.
Σκέφτηκα: «Έστω και τόσο δα από ομορφιά να έχει μείνει σε
ενός κρανίου τόπου, δεν αξίζει να ξεπερνιέται. Δεν αξίζει να κοπεί και
πολύ περισσότερο να περάσει απαρατήρητη. Η σωτηρία θα έρθει μέσα από την
ομορφιά, μέσα από τις κόκκινες παπαρούνες και την ανάγκη του ανθρώπου
να τις μαζεύει.
Υπάρχει τόσος πόνος τριγύρω αλλά εγώ δε θέλω να κλαίω.
Δεν φτάνουν τα δάκρυα. Ποτέ δεν έφτασαν τα δάκρυα για τα μάτια που δε
βλέπουν τα όμορφα πράγματα τριγύρω. Πρέπει να βλέπουμε την ομορφιά μέσα
από τα πτώματα, την κόκκινη παπαρούνα μέσα σε ένα χωράφι που κολυμπάει
στο αίμα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου