Ο Φίλιππος Γαλιάσος γεννήθηκε το 1972 στην Αθήνα και έχει αποφοιτήσει από το Ο.Π.Α. To βιβλίο «Δι

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

ΣΤΡΙΦΟΓΥΡΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ


Έχοντας μπροστά μου μια μεγάλη επιλογή μουσικής ως δια μαγείας και για άλλη μια φορά επέλεξα να ακούσω Mulatu Astatke. Δεν είμαι σίγουρος αν φταίει το φως της σημερινής ημέρας που όλο και ξεμακραίνει. Ούτε μπορώ να το αποδώσω στους βαθμούς της θερμοκρασίας που τσουλιθρίζουν. Όπως και να έχει είναι μια καλή επιλογή μουσικής, για σήμερα, για τώρα. Σου δίνει μια ψευδαίσθηση ότι τα πάντα τσουλάνε αργόσυρτα. Τα πράγματα έξω τρέχουν με χιλίους ανέμους στα νότα τους και εγώ είμαι εδώ και ακούω αργόσυρτες, ξεκάθαρες νότες. Δίνουν ρυθμό σε όλο αυτό που μετά βίας μπορώ να παρακολουθήσω. Το ξέρω βέβαια ότι η μουσική δεν λύνει προβλήματα. Ούτε είναι ο σκοπός της εξάλλου. Πετάει όμως καμιά καλή ιδέα που και που. Αν η ψυχολογία σου είναι σωστά κουρδισμένη μπορεί και να την πιάσεις. Στο κάτω κάτω μπορείς να προτείνεις κάτι καλύτερο; Αν όχι τότε κάτσε και άκου. Νιώσε τις τρομπέτες να φυσάνε και να ξεφυσάνε. Κάνε τα νεύρα σου πλήκτρα και συντόνισε τα με το ρυθμό. Αν σου κάνει κέφι σήκω και χόρεψε. Νιώσε να ξεμακραίνεις πέρα από όλο αυτό που δεν θέλεις να σκέφτεσαι. Γίνε σαν τη αιωρούμενη νύφη του Κουστουρίτσα. Ένα πέπλο στον άνεμο. Πέτα και στριφογύρνα. Βγες έξω από όλο αυτό και κοίτα το από μακριά. Και την στιγμή που η τελευταία νότα θα δονείται ως επιθανάτιος ρόγχος, κατέβα κάτω. Στάσου στα πόδια σου και... Δεν ξέρω τη συνέχεια δυστυχώς. Απλά στάσου στα πόδια σου και να εύχεσαι για το χαμόγελο που θα αρχίσει να σχηματίζεται. Ελπίδα σε μια νέα ιδέα που ίσως έρθει. Ίσως και όχι. Πέταξες όμως για λίγο. Έτσι δεν είναι; Κάτι είναι και αυτό. Ο καθένας από εμάς βέβαια μπορεί να πετάξει με χίλιους τρόπους. Ο καθένας με τους δικούς του τρόπους. Εγώ πετάω με τη μουσική. Πετάω και με άλλα πράγματα, αλλά δεν είναι του παρόντος. Ξέρω ότι χάνεις το νόημα αν θέλεις μόνο να πετάς. Θέλει και περπάτημα η ζωή. Να απλώνεις τα χέρια για να κάνεις πέρα τις φυλλωσιές, σε μια ελπίδα ενός μονοπατιού. Τι τα θες όμως...φιλόσοφος δεν είμαι. Πλέον κανείς δεν είναι. Ο καιρός θέλει γρήγορες αποφάσεις, ίσως χωρίς καν σκέψη. Δεν είναι καιρός για τις μουσικές του Astatke που η τρομπέτα μπαίνει όποτε της καπνίσει ή ο ντραμίστας απλώνει τις μπαγκέτες του σαν να τις αφήνει για τελευταία φορά. Τώρα θέλει νότες κοφτές και σύντομες.
Εμένα όμως δε μου αρέσουν οι κοφτές νότες.
Ούτε οι σύντομες.
Θέλω όλο αυτό το στριφογύρισμα γύρω από την ουσία. Όχι μπαμ και στο κόκκαλο. Μου αρέσουν τα ζαλίσματα και τα ξελογιάσματα.
Σιγά σιγά και γύρω γύρω. Θολά τοπία που ξεκαθαρίζουν με το στανιό.
Η πραγματικότητα να μπερδεύεται με το φανταστικό.
Και η άκρη σε όλο αυτό να μπερδεύεται και να αργεί να φανεί.
Είναι απλά ένα ταξίδι.

ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ...


Το να γράφεις σε ένα φίλο είναι ένα θέμα.
Το να γράφεις γιατί το έχεις ανάγκη είναι ένα άλλο θέμα.
Το να γράφεις χωρίς να έχεις κάτι να πεις είναι επικίνδυνο.
Το να γράφεις για να απαντήσεις είναι κόσμιο.
Το να γράφεις χωρίς να σε ρωτήσουν είναι άποψη.
Το να γράφεις κάτι που θέλεις να πεις είναι δειλό.
Το να γράφεις πάντως γενικά είναι κάτι που σε καθαρίζει. Σαν να πετάς τα σκουπίδια σου μετά από ένα πάρτι. Και όταν νιώθεις πολύ ελαφρύς και καθαρός μετά από αυτό σημαίνει ότι κάτι είχες να πεις. Αλλά και τίποτα να μην έχεις να πεις το να γράφεις από μόνο του είναι κάτι που σου δημιουργεί απορίες και απαντήσεις.

ΤΙ ΚΑΚΟ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΜΕ ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ!


Το καλό με τις φωτογραφίες είναι ότι σου προσφέρουν μια ιδεατή εικόνα. Μια στιγμή χαράς, μια στιγμή που δεν πέρασε αλλά έμεινε εκεί να την κοιτάς. Σου προσφέρει ακόμα την ψευδαίσθηση ότι το κεντρικό της θέμα έχει μείνει αναλλοίωτο στο χρόνο, ότι αν ξαναβρεθείς και πάλι εκεί με μια κάμερα ανά χείρας θα πάρεις το ίδιο αποτέλεσμα. Και ας λες εσύ απαισιόδοξε και σιχαμερέ τύπε ότι το αποτέλεσμα δεν θα είναι το ίδιο. Ας χτίζεις την επιχειρηματολογία σου γύρω από το ότι όχι μόνο το αντικείμενο ή το πρόσωπο της φωτογραφίας έχουν αλλάξει αλλά και οι καταστάσεις μέσα από τις οποίες η φωτογραφία προέκυψε έχουν μεταλλαχθεί πλέον και το αποτέλεσμα μιας νέας φωτογραφίας θα είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Ας λες άλλα και άλλα. Εγώ μπορώ στο μεταξύ να κοιτάζω τις φωτογραφίες και να γυρίζω το χρόνο πίσω. Και ας σιχαίνομαι τις φωτογραφίες ως ινδιάνος. Όχι γιατί πιστεύω ότι αιχμαλωτίζουν την ψυχή αλλά γιατί θεωρώ ότι αιχμαλωτίζουν τη στιγμή. Και η στιγμή που αιχμαλωτίζεται δεν ζει. Υπάρχει μόνο στην φωτογραφία και όχι στη ζωή σου. Αυτός είναι και ο λόγος που στις διακοπές μου δεν τραβάω φωτογραφίες από αυτά που ζω, ούτε τους ανθρώπους με τους οποίους μοιράζομαι τη ζωή μου. Προτιμώ να τους απολαμβάνω. Μερικές φορές όμως ομολογώ ότι μπαίνω στον πειρασμό. Χιόνι στο σκοτάδι, ένα φύλλο μέσα στον πάγο, βροχή πάνω στο τζάμι του αυτοκινήτου. Είναι κάτι που είναι σπάνιο, ίσως ακίνητο, με διάρκεια μεγαλύτερη της στιγμής. Δεν θα φωτογράφιζα πότε ένα δελφίνι που ορμάει έξω από τη θάλασσα. Προτιμώ απλά να το κοιτάξω. Να μη χάσω τη στιγμή μέσα από μια κάμερα. Ξέρω ότι δεν θα αιχμαλωτίσω την χαρά και το ξάφνιασμα. Μόνο την εικόνα.

ΣΤΟ ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΟ


Nouvelle vague και Nick Cave. Καλός συνδυασμός. Χαμηλά φώτα, δουλειά στον υπολογιστή, διάλειμμα για κους κους στο διαδίκτυο. Σήμερα αποφάσισα να πάω το αμάξι μου για πλύσιμο. Το χρειαζόταν είναι η αλήθεια. Το έχω παραμελήσει, όπως και διάφορα άλλα πράγματα. Ένας πακιστανός εκτέλεσε το όλο έργο. Βιαστικός, κουρασμένος από τις δυσκολίες, αμίλητος τόσο στα ελληνικά όσο και στα πακιστανικά, προσπαθεί να τα φέρει βόλτα με κάτι που δεν έχει επιλέξει. Κάπνισα δύο τσιγάρα ώσπου να τελειώσει, χάζευα ταυτόχρονα και τις οροσειρές των κτιρίων που κτίστηκαν από διαφορετικούς ιδιοκτήτες με διαφορετικά γούστα για τον ίδιο λόγο. Προσπάθησα να του πιάσω κουβέντα, δεν τα κατάφερα και η γλώσσα δεν ήταν το εμπόδιο. Κουρασμένος από αυτά που του συμβαίνουν έξω και μέσα του. Η φρεσκοκαλοπατημένη μου γόπα ξεψύχησε για τα καλά και ζήτησα το λογαριασμό. Πόσο; Τόσο. Δεν άφησα πουρμπουάρ. Το κουρασμένο του πανί κόλλησε αγριεμένο πάνω στον τοίχο. Βρέθηκε και πάλι σε θέση εκκίνησης. Δεν φταίει αυτό που άλλος ένας κύκλος τελείωσε χωρίς αποτέλεσμα. Δεν φταίει ούτε ο υπάλληλος για τον μηδενισμό του. Δεν φταίω ούτε εγώ που δεν μου άρεσε το όλο σκηνικό. Όσο για το αμάξι αυτό μάλλον έμεινε ευχαριστημένο. Δεν ζητάει και πολλά από τη ζωή του όπως εγώ και ο υπάλληλος του βενζινάδικου. Στο κάτω κάτω τέσσερις μήνες αμπανιάριστο είναι και η σημερινή απόφαση του ιδιοκτήτη του μόνο γιορτή μπορεί να θεωρηθεί. Έβαλα και βενζίνη, ήθελα να το κάνω ευτυχισμένο. Να επανορθώσω για ότι δεν κατάφερα με τη σύντομη σχέση μου με τον υπάλληλο. Φεύγοντας οι στέγες των κτιρίων με κοιτούσαν απορημένες. Ναι, εκείνες οι ατελείωτες σειρές των κτιρίων χωρίς ειρμό και ισορροπία. Το κάθε ένα από αυτά αισθανόταν υπερήφανο για την ύπαρξη του. Ποτέ δεν ήρθαν όμως στη θέση μου για να δουν το συνολικό αποτέλεσμα. Ένα συνονθύλευμα από κεραμίδια ρωμαϊκού τύπου, ανοξείδωτα κάγκελα, εμφανή μπετό και ξύλινες πέργκολες, μπάρμπεκιου και παράνομες κεραίες. Δεν μπόρεσαν ούτε θα μπορέσουν ποτέ να φύγουν από τη θέση τους και να δουν το σύνολο των πραγμάτων. Δεν θα μπορέσουν ποτέ να προσεγγίσουν μια ολιστική θεώρηση των πραγμάτων. Μακάρι να το καταφέρει ο υπάλληλος του βενζινάδικου. Μακάρι να το καταφέρω και εγώ. Να απομακρυνθούμε για λίγο από τη θέση μας για μια θέση στο αστρικό θέατρο της ζωής. Να δούμε το θέαμα από την κερκίδα. Να μην παίζουμε εμείς. Μοναδικοί ηθοποιοί με το άπειρο ταλέντο που η ζωή τα έφερε στραβά. Να κάτσουμε εκεί απλά, με μια λεμονάδα, ίσως μπύρα, απολαμβάνοντας και κρίνοντας ένα θέαμα που τα περιλαμβάνει όλα.
Και με κάτι τέτοιες σκέψεις απομακρύνθηκα από το βενζινάδικο, από τον υπάλληλο, από τον παράφωνο συνδυασμό των κτιρίων και τη νεκρή μου γόπα.

ΙΟΥΛΙΟΣ ΒΕΡΝ


Οι εκθέσεις που γράφαμε στο δημοτικό ξεκινούσαν κατά κύριο λόγο με το "Εγώ". Εγώ τα Χριστούγεννα..., εγώ έχω στο δωμάτιο μου έναν κουμπαρά γουρουνάκι, κλπ. Στη διαδρομή μάθαμε να είμαστε λιγότερο εγωκεντρικοί και περισσότερο κοινωνικοί, άλλοι με επιτυχία και άλλοι παλι όχι. Αυτές όμως οι αράδες της νιότης ήταν ατόφια διαμάντια ειλικρίνειας, οι λέξεις δεν έκρυβαν τίποτε από πίσω, το αρχάριο του όλου εγχειρήματος έδινε μια καλή εικόνα της πραγματικότητας. Χώρια που οι ιδέες και η φαντασία έβγαιναν στο χαρτί χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Στην πορεία μάθαμε να στριφογυρίζουμε με περισσότερη δεξιότητα τις λέξεις και τις προτάσεις αλλά φευ μαζί με αυτά οι ιδέες και ο αυθορμητισμός πήγε περίπατο. Περνώντας οι μέρες, άλλες ξυστά από δίπλα μας και άλλες καταπίνοντας μας μάθαμε και άλλα πράγματα. Μάθαμε να μη ξεκινάμε τις εκθέσεις μας με το "εγώ". Μάθαμε να το κρύβουμε επιμελώς μέσα στην ουσία των προτάσεων. Αλήθεια πόσοι έχετε διαβάσει πρόσφατα τις εκθέσεις που γράψατε στο δημοτικό; Εγώ πρόσφατα διάβασα μερικές και ανακάλυψα αναζητήσεις που ούτε καν θυμόμουν. Μια φορά μάλιστα είχα προσπαθήσει να γίνω Ιούλιος Βερν. Ένα μυθιστόρημα δύο σελίδων με τίτλο κυνήγι στο νησί του χαμένου θησαυρού. Εξαίσια ανεπιτήδευτο. Σε δύο μόλις σελίδες γινόταν η γνωριμία με τους χαρακτήρες, η έναρξη, η εξέλιξη και το τέλος της πλοκής. Κάτι σαν βιβλίο για ανυπόμονους αναγνώστες. Ο Ιούλιος Βερν και όλοι η κόκκινη συλλογή των βιβλίων του με είχε στιγματίσει τότε. Μετά από αυτό οτιδήποτε είχε να κάνει με επιστημονική φαντασία μου δημιουργούσε αδιαφορία, με εξαίρεση ίσως τον συνονόματο Philip Dick που πάντα είχε το κουσούρι να ποτίσει τη φαντασία του με αρκετή δόση ρομαντισμού, μηδενισμού και χιούμορ. Οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας άρχισαν να μου μοιάζουν τόσο γήινοι που άρχισα να διαβάζω αυτούς που μιλούσαν περισσότερο για τα επί της γης και λιγότερο για τα εξ' από εδώ θέματα. Και αυτοί συνήθως ήταν που έγραφαν με φαντασία. Έγραφαν για αυτά που έχουν μέσα τους και δεν έλεγαν παραέξω. Δεν προσπαθούσαν να μαντέψουν το μέλλον ή να ζωγραφίσουν μια εικόνα μιας αυριανής ανακάλυψης που θα φέρει τα πάνω κάτω. Μιλούσαν για τις σκέψεις τους. Και αυτό τελικά είναι η απώτερη επιστημονική φαντασία. Όλα αυτά που έχουμε μέσα μας και δε λέμε. Και εκεί πίσω, πέρα από τις όποιες μας εξομολογήσεις, πάνω από αυτή τη καθημερινότητα του καθωσπρεπισμού μας είναι που κρύβεται ένας κόσμος που διψάει να ανακαλυφθεί ενώ εμείς στριφογυρίζουμε τα κομπολόγια μας. Ένας κόσμος γεμάτος με θέλω, με ιδέες, με φοβίες που δεν έχει να κάνει με αυτό που τελικά ζούμε. Και ενώ τότε στο δημοτικό είχαμε πάρει μια καλή πορεία και από την πρώτη λέξη της έκθεσης θέλαμε να το ανακαλύψουμε, στη συνέχεια μάθαμε να το καλλωπίζουμε και να το αφήνουμε στα μετόπισθεν. Μια ντουζίνα σκέψεις στο πατάρι της λήθης. Και τελικά όσοι από εμάς θέλουμε τον ψυχαναλυτή μας καλύτερα και οικονομικότερα θα ήταν να πιάνουμε την κουβέντα με τους μικρούς φίλους στην παιδική χαρά. Να ξανακαλύψουμε αυτό που έχουμε χάσει. Τον αυθορμητισμό, την ποίηση, το δάκρυ για ένα μόλις παιχνίδι. Να κάνουμε και κούνια - όσοι από εμάς τουλάχιστον χωράμε- αφήνοντας τη φυσική να κάνει το παιχνίδι της. Πέρα δωθε χωρίς το άγχος με τους αριθμούς. Πέρα δώθε και ένα σκαστό γέλιο. Πέρα δώθε και να βλέπουμε τα πάντα να πλησιάζουν και να απομακρύνονται σε μια μόλις στιγμή. Πέρα δώθε και ξανά. Ένα πέρα δώθε χωρίς σκοπό φίσκα από χαρά. Πέρα δώθε. Και ξανά.