πως
μεγάλωσα.
Σε μια
στιγμή, μια ζωή.
Μια
ρουφηξιά, μαζί και εκπνοή.
Αγνάντεψα
τριγύρω,
κοίταξα τον
ουρανό,
μετά τον
δρόμο που πατώ.
Στη συνέχεια
κοντοστάθηκα
και
σωριάστηκαν στην πλάτη,
αλυσίδες βαριές όλα μου τα
λάθη,
σε μόνο μια
στιγμή.
Είναι
αλήθεια,
πως
μεγάλωσα, σήμερα μόλις.
Ξαφνικά,
αναπάντεχα πολύ.
Από παιδί,
γέρος σε μόνο μια στιγμή.
Τα χέρια μου
γλίστρησαν στις τσέπες,
βηματίζοντας
μονότονα, άτονα.
Σοβαρός
δίχως να απαιτείται.
Σκεπτικός
δίχως σκέψη.
Γέλασα μετά,
και έβγαλα τα
χέρια μου έξω,
στη ζωή
ξανά,
ανεμίζοντας
τα με το ρυθμό,
από το βήμα
μου.
Υπάρχουν
πολλών λογιών άνθρωποι.
Και ας
περπατάνε όλοι με τον ίδιο σκοπό,
σα και της
αφεντιάς μου.
Υπάρχουν
αυτοί που μένουνε παιδιά,
άλλοι που
γέροι πάντα ήτανε,
υπάρχουν και
κάποιοι άλλοι,
που
μεγαλώνουν σε μια μόνο ημέρα.
Όπως τώρα
έπαθα και εγώ.
Από παιδί,
γέρος ξαφνικά.
Από ζωγραφιά
μόνο μια μουτζούρα.
Και αν μόλις
σήμερα,
αισθάνθηκα
πως τόσο μεγάλωσα.
Και αν
σταματώ,
μόλις τώρα
να προσπαθώ.
Αυτό είναι
μόνο γιατί καταλαβαίνω,
ότι ήρθε ο
καιρός να αφήσω πίσω,
όλα αυτά που
ξάφνου ήρθανε μπροστά μου.
Είναι
αλήθεια,
πως
μεγάλωσα, σήμερα μόλις.
Ξαφνικά,
αναπάντεχα πολύ.
Από μελωδική
ελπίδα,
ένας κακοκουρντισμένος λεπτοδείκτης.
ένας κακοκουρντισμένος λεπτοδείκτης.