Ο Φίλιππος Γαλιάσος γεννήθηκε το 1972 στην Αθήνα και έχει αποφοιτήσει από το Ο.Π.Α. To βιβλίο «Δι

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

ΤΡΑΒΩΝΤΑΣ ΤΑ ΦΥΛΛΑΡΑΚΙΑ


Ο ουρανός στράγγιξε. Παίρνει ανάσες για το Σαββατοκύριακο. Λένε ότι θα του δώσει να καταλάβει. Η ΕΜΥ είναι 50-50 στις προβλέψεις της. Ίσως δεν έχει και μεγάλη διαφορά από μια χαρτορίχτρα. Σήμερα συνάντησα πολλά χαμόγελα στο δρόμο. Αναρωτήθηκα αν με όλη αυτή τη κατάσταση άρχισε να αλλάζει η ψυχολογία μας. Αν γινόμαστε πιο αφαιρετικοί. Πιο ουσιαστικοί. Ίσως πάλι το χαμόγελο να σημαίνει κάτι άλλο. Μια τρέλα. Ένα στρίψιμο της βίδας. Δεν νομίζω όμως. Ήταν χαμόγελα ζεστά. Ξέρεις, αυτά που ξεκινάνε από μέσα σου και μετά βγαίνουν προς τα έξω. Λαμπρά χαμόγελα. Ίσως πάλι να έφταιγα εγώ γιαυτό. Να το έβγαζα από τους άλλους. Ίσως σήμερα να ήμουν πιο ωραίος. Πιο γελαστός. Πιο κεφάτος. Ίσως. Σαν να μάζεψα ένα πανέρι ευτυχίες και να άρχισα τώρα να τσιμπολογώ τις μνήμες τους. Ας σας έχει ο Θεούλης καλά. Όλους εσάς που σήμερα με κεράσατε χαμόγελα. Από την άλλη έχω γίνει και απρόσμενα αφαιρετικός στις συνευρέσεις μου με τους ανθρώπους. Αν το πρώτο δευτερόλεπτο δεν υπάρξει η κατάλληλη χημεία, τότε τα πράγματα είναι δύσκολα. Δεν προσπαθώ. Λίγη ειρωνεία, λίγη αυστηρότητα, είναι συνήθως το αντίδοτο. Σαν να μιλάει κάποιος άλλος για μένα. Φεύγω, φεύγει και σαν να μη συνέβη. Ένας παππούς σήμερα σε ένα εμπορικό κέντρο με τράταρε το πιο λαμπρό χαμόγελο. Ίσα ίσα που περπατούσε, ίσα ίσα που επικοινωνούσε. Έψαχνε ένα ημερολόγιο για το νέο έτος. Ξέρετε από αυτά με τα ποιηματάκια σε κάθε ημερόφυλλο τους. Ένας παππούς, σε ένα εμπορικό κέντρο, με πέντε εγγόνια κατά πάσα πιθανότητα, και δύο ξώφαλτσα εγκεφαλικά σίγουρα. Μόνος να ρωτάει για το ημερολόγιο του. Για το συγκεκριμένο ημερολόγιο. Αυτό που ξέρει. Όχι από αυτά τα καινούργια που δεν χρειάζεται να σβήσεις τις ημέρες. Ένα ημερολόγιο που θέλει φροντίδα για να είναι πάντα ενημερωμένο. Να τραβάς ένα-ενα τα χαρτάκια, το πρωί που πίνεις τον καφέ σου και να διαβάσεις και το ποιηματάκι σου. Κάναμε τις βόλτες μας και ανεβήκαμε στον όροφο του κέντρου. Σε ένα βιβλιοπωλείο. Μας πήρε μια ζωή για να φτάσουμε εκεί. Ούτε τριάντα μέτρα απόσταση. Ένας παππούς, με ένα μεγάλο χαμόγελο, που βγήκε έξω από το σπίτι του με τα μικρά, αργά του βήματα για να βρεί το ημερολόγιο με τα ποιηματάκια του 2012. Αρκεί αυτό. Θέλει πολύ προσπάθεια για αυτό. Θέλει την εμπειρία του κόσμου όλου για να φτάσει κάποιος να λειτουργήσει κάπως έτσι. Ρωτήσαμε την ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου αλλά δυστυχώς δεν είχε ημερολόγιο με χαρτάκια. Είχε βέβαια άλλα και άλλα. Αλλά ο παππούς ανένδοτος. Ήθελε εκείνο με τα χαρτάκια. Και μόνο αυτό. Μακάρι κάποια μέρα και εγώ να μπορώ να θέσω στόχους τέτοιας μορφής. Μακάρι να μπορέσω να αποκτήσω και το χαμόγελο αυτού του παππού.
Μακάρι να μπορέσει και ο παππούς να βρει αυτό το ημερολόγιο που οι εγκέφαλοι του εμπορικού κόσμου αποφάσισαν να μην προμηθευτούν εφέτος.

ΚΟΝΤΡΑΜΠΑΣΟ


Έχετε ακούσει ποτέ χαρούμενο κόντραμπάσο;
Σκεφτόμουν τις προάλλες ακούγοντας ενα τραγούδι με διάφορα έγχορδα συμπεριλαμβανομένης και της φωνής ότι τα μπάσα πάνε χέρι χέρι με τη λύπη. Το μπάσο συνήθως είναι πόνος ενώ τα πρίμα και τσιριχτά είναι χαρά. Όχι οτι δεν μπορούν και αυτά να τραγουδήσουν για την λύπη. Κάθε άλλο μαλιστα. Σκεφτείτε για παράδειγμα το βιολί. Ή μια κλασική κιθάρα. Σκεφτείτε τα αριστερά πλήκτρα ενός πιάνου να αγκομαχούν από τα δάχτυλα ενος τζαζίστα. Σκεφτείτε τον Tom Waits με το μισοπεσμένο του καπελάκι να ρίχνει τις πιο πρίμες του νότες σε ένα καπνισμένο μπαράκι τέσσερα σκαλοπάτια κάτω από την επιφάνεια του πεζοδρομίου. Τα πρίμα είναι περισσότερο ικανά μάλλον να περιγράψουν όλοκληρο το καλειδοσκόπιο των συναισθημάτων. Τα μπάσα από την άλλη...είναι πιο μπουνταλάδικα. Είναι μόνο για τη θλίψη. Και το κόντραμπάσο είναι ο βασιλιάς της θλίψης των μουσικών οργάνων. Είναι σαν ένας γίγαντας που παρόλι τη δύναμη του όλη τη μέρα κάθεται και κλαίει σαν μικρό μικρό μωρό.
... ίσως η ανθρώπινη θλίψη να συντονίζεται στα μπάσα.
...ίσως το μυστήριο να συντονίζεται καλύτερα εκεί, χαμηλά.
γι' αυτό και μια famme fatale δεν τσιρίζει αλλά μιλά χαμηλά και λίγο μπάσα.
Είναι πρόκληση.
Αυτό και μόνο αυτό.
Να μάθω σε κάποιο επεισόδιο της ζωής μου κόντραμπάσο...
...και να το κάνω να ακούγεται χαρούμενο.

ΠΟΔΗΛΑΤΟ


Δυνατή ατμόσφαιρα σήμερα. Παγωνιά, απουσία ανέμων, άφαντη βροχή. Μια ημέρα να την πιείς στο ποτήρι. Να βγείς εξω περπατώντας ή καλύτερα με ποδήλατο, να αισθάνεσαι όλο αυτό το παγωμένο κάτι να γεμίζει τα πνευμόνια σου, να αγγίζει το προσωπό σου. Οι σκέψεις σου να φεύγουν πίσω, τα λάθη σου να μένουν πίσω. Εσύ να προχωράς, να στριφογυρνάς τα πετάλια, να αφήνεις όλες τις παφλάζουσες σκέψεις σου, ήρεμα απόνερα πίσω σου. Μια υπέροχή μέρα για ποδήλατο. Πάνω σε μια σέλα, μπροστά σε ένα τιμόνι, πάνω σε μια παγωμένη ασφαλτο, κάτω από όλα τα αστρα του ουρανου, με όλες τις κατευθύνσεις και διαδρομές απλωμενες μπροστά στα λάστιχα. Χαμογελάς και η κατηφόρα σε κερνάει ξεκούραστα μέτρα. Ενα χαμόγελο πάνω σε ένα ποδήλατο, ζεστή σέλα, επιλογές κατεύθυνσης. Προχωράς, τσουλάς και χαμογελάς. Αυτή τη διαδρομή να είχε η ζωή σου και όλα να ήταν δρόμος. Γαργαλάς και το μικρό σου κουδουνάκι σε υποψία κινδύνου.
Έτσι απλά για να είσαι σίγουρος.

ΞΕΚΟΥΡΔΙΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ


Βράδυ Δευτέρας και πάλι. Τι πλάκες μας κάνει η εβδομαδα και ανταλλάσει τα ξεκούραστα Σαββατοκύριακα με μια ξεκούρδιστη Δευτέρα; Τα πάνω κάτω με ένα μόνο ξυπνητήρι. Έχει και τα θετικά της βέβαια αυτή η ιστορία. Ξεκινάς με μια άλλη ψυχολογία ότι θα τα πάς καλύτερα από την προηγούμενη βδομάδα. Κάποιες φορές σου βγαίνει και κάποιες άλλες πάλι καλύτερα να είχες μείνει εκεί στο κρεββάτι σου χουχουλιασμένος. Φοράς και τα καθαρά σου ρούχα και ξεκινάς με φορτισμένο κινητό και διάθεση να πετύχεις στόχους. Δεν έχω πρόβλημα μ'αυτό. Κάθε άλλο. Απλά...οι νύχτες είναι πάντα πιο ενδιαφέρουσες από αυτό που συμβαίνει μετά από αυτές. Μετά το σούρουπο οι στόχοι κάθονται στα αυγά τους, δεν φουσκώνουν, δεν ξεφουσκώνουν. Και εσύ έχεις δύο με τρείς ευκαιρίες παραπάνω για να είσαι ο εαυτός σου. Το εγώ σου πέρνει το κανονικό του σχήμα, και ο καθρέφτης δείχνει τα πράγματα χωρίς το photoshop της ημερήσιας πλάνης. Αυτό βέβαια υπό προυποθέσεις. Θα πρέπει να δώσεις χώρο στη νύχτα. Μη την αφήσεις να σέρνεται με ένα τηλεκοντρόλ να ιδρωνει στην παλάμη σου. Γλύκανε τη λίγο. Βάλε μουσική, ετοίμασε δύο ποτήρια κόκκινο κρασί ,ακόμα και αν δεν υπάρχει δεύτερος στην παρέα, και κάτσε μπροστά σε ένα τζάκι ή μισάνοιχτο παράθυρο κοιτώντας έξω. Παρακολουθώντας τη ζωη και τις τούφες του καπνού να στριφογυρνάνε. Αν η μουσική δε σου αρέσει άλλαξε και ξανάλλαξε, αν η καρέκλα δε σε βολεύει πάρε άλλη στάση ή απλώσου στο πάτωμα. Μόνο τη ζωή εκεί έξω δεν θα μπορείς να αλλάξεις. Δεν χρειάζεται όμως. Έχει αυτή τη μυστήρια ποικιλία που τελικά καλύπτει όλα τα γούστα. Πίνοντας το δεύτερο ποτήρι κρασί το γύρισα στο σαουντρακ της ταινίας "μελαγχολία". Δεν την έχω δει. Εσεις; Η μουσική πάντως είναι καλή. Κλασσική. Ξέρεις, σ'αφήνει να σκεφτείς ενόσω παίζει. Ούτε στιχοι να αποσπάνε, ούτε κοφτά riffs, ούτε ρυθμικές κιθάρες... Μια μελωδία που κυλάει όπως η ζωή. Με σκαμπανεβάσματα. Ποτέ δεν ήμουν φαν της κλασσικής μουσικής. Πάντα όμως περίεργος τι στο διάβολο της βρίσκουν όλοι. Ε! μερικές νύχτες σαν και αυτή πιστεψτε με ότι αξίζει. Η κλασσική να κατεβαίνει μαζί με κατακκόκινες μικρές γουλίτσες, κρυφοκοίταγμα στο παράθυρο και λέξεις, λέξεις να πηγαινοέρχονται. Και κάπου εκεί είναι που σταματάς να θέλεις να αλλάξεις μουσική, να θέλεις να μη σταματήσει αυτό το αέναο αλλισβερίσι του κόσμου εκεί έξω, να μη θέλεις να έρθει το πρωινό για να κλείσεις σε ένα μπαούλο όλη αυτή τη νύχτα που σήμερα περνάς.

ΚΟΥ-ΚΟΥ


"ΚΟΥ ΚΟΥ" φώναξε από τη γωνία και την ίδια στιγμή βρέθηκε μπροστά μου. Συνήθιζε να τα κάνει αυτά τα αστεία το πρωί όση ώρα τον περίμενα για να πάμε στο σχολείο. Τόσα χρόνια στο δημοτικό και στο γυμνάσιο κάθε πρωί μου έκανε το ίδιο αστείο. Και εγώ πάντα τρόμαζα και του έλεγα να μη το ξανακάνει γιατί πρώτη θα φτάσει η καρδιά μου στην τάξη και μετά εγώ. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Εδώ που τα λέμε και εμένα από μια άποψη μου άρεσε. Μου άρεσαν τα ξαφνιάσματα από τότε και ας ήταν τελικά στην ημερησία διάταξη. Είχα την ανάγκη από ένα τονωτικό. Είχα την ανάγκη να βλέπω το φίλο μου να σκάει στα γέλια με τη σαστιμάρα μου. Μαζί στο ίδιο θρανίο και στα διαλείμματα αχώριστοι. Σαν Χιώτες παντού πηγαίναμε μαζί. Αυτός ήταν και ο λόγος που κανείς μας δε καθότανε τερματοφύλακας. Μαζί στην άμυνα, μαζί και στις επιθέσεις. Κατέβαιναν τα σκοτάδια και οι γονείς μας έβγαιναν παγανιά να μας μαζέψουν. Μετά στο λύκειο χωρίσαμε τα τσανάκια μας. Ούτε κου κου ούτε ποδαράτη κουβεντούλα. Κάποιοι σκόρπιοι καφέδες τα Σαββατοκύριακα και αυτό ήταν όλο. Πήγαινε στο τεχνικό και εγώ συνέχισα στο λύκειο. Άρχισαν και τα διαβάσματα και το ξάφνιασμα πήγε στράφι. Μετά τα Σαββατοκύριακα γίνανε μια φορά το μήνα και τελικά κάποτε. "Άντε ρε φίλε να τα πούμε κάποτε". Ένα κάποτε που δεν έφτασε ποτέ. Το όλο θέμα ξεφούσκωσε χωρίς θόρυβο και ο καθένας μας ακολούθησε άλλες περπατησιές. Πού και που τον βλέπω όταν τυχαίνει να περάσω μπροστά από το συνεργείο αυτοκινήτων που έχει στη γειτονιά. Περιμένω ακόμα να μου κάνει κου κου και εγώ να αρχίσω να χοροπηδώ. Γιατί τελικά αυτό που μας έδενε τόσα χρόνια ήταν ακριβώς αυτό το κου κου. Εγώ χαιρόμουν που τον έκανα να χοροπηδάει από τα γέλια και αυτός ευτυχισμένος με την αποκοτιά του. Ίσως να έφταιξα και εγώ. Να σταμάτησα ξαφνικά να πετάγομαι με αυτά τα κου κου και να αντιδρούσα σα κύριος. Έφυγε το ξάφνιασμα και η μαγεία μαζί.