Κοιτάζω μια γραμμή πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί. Την κοιτάζω
από την καρέκλα που κάθομαι με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Έξω κάνει κρύο του
Φλεβάρη. Φυσάει σαν αποσυμπίεση. Η γραμμή πάνω στο χαρτί έχει αρχή μέση και
τέλος. Δε γνωρίζω την αρχή της, ούτε πιο είναι το τέρμα. Από κάπου κατέληξε και
μετά το μολύβι σηκώθηκε, σα βελόνα από το πικαπ ενώ ο δίσκος τελείωσε τα
τραγούδια της πλευράς του.
Καθώς λοιπόν καθόμουν εκεί, σκέφτηκα πως η γραμμή μπορεί να
έμοιαζε σα μια μόνο γραμμή αλλά τελικά ήταν κάτι περισσότερο από αυτό. Ήταν μια
ζωή, μια πορεία πάνω σε ένα χαρτί που μπορεί να σχεδιάστηκε στα ξαφνικά, ίσως
από τύχη, ίσως κατά λάθος . Ήταν όμως μια ξεκάθαρη πορεία. Μια ζωή.
Συνεχίζοντας να ακούω έξω τον άνεμο να χώνεται σε κάθε μικρό
ή μεγάλο άνοιγμα αυτού του πολιτισμένου κόσμου, προσπαθώντας να το ξεπατώσει, αισθάνθηκα
ένα τρεμόπαιγμα στα βλέφαρα μου. Προσπαθούσα να καταλάβω καλύτερα το πράγμα.
Η γραμμή αυτή ίσως δεν ήταν αρκετά ευτυχισμένη ακόμα και για
τα πλαίσια ευτυχίας που μια γραμμή έχει το δικαίωμα να ελιχθεί. Εννοώ πως δεν είχε
καταφέρει να γεμίσει ολόκληρο το χαρτί με την πορεία της. Δεν είχε προσπαθήσει (καταφέρει;)
να παραγκωνίσει όλο το λευκό τριγύρω της, εξουσιάζοντάς το με την ύπαρξη της. Ήταν
μόνο μια γραμμή πάνω στο χαρτί.
Επίσης, δε φαινόταν να πολυσκοτίζονταν για την αρχή και το
τέλος της. Κοιτάζοντας με πολλή προσοχή, δε μπορούσα να πω με σιγουριά από πού ξεκίνησε
και που τελικά κατέληξε. Δεν ήξερα την αρχή και το τέλος και ίσως γι’ αυτό μπορούσα
να επικεντρωθώ μόνο στο σχήμα που είχε
αφήσει. Στην αποτύπωση πάνω στο χαρτί. Αρκετοί άνθρωποι από την άλλη περιέγραφαν
την πορεία τους με αρχή, μέση και τέλος. Σου έλεγαν "κοίτα που ήμουν και τι
κατάφερα". Η γραμμή δεν είχε αυτό το άγχος. Ήταν σχεδόν ξεκάθαρο πως αυτό που
ήθελε ήταν να χαράξει τη δική της ζωή πάνω στο χαρτί και δεκάρα δεν έδινε για
το βιογραφικό της. Δεν είχε αυτό το άγχος της εξέλιξης. Του να πάει παραπέρα.
Δε γινόταν πιο παχιά ή πιο λεπτή, απλά άρχιζε και τελείωνε.
Και όλο αυτό το λευκό τριγύρω; Ήταν τα πράγματα που δεν
κατάφερε να κάνει μήπως στη ζωή της; Μην τα άφησε επίτηδες απάτητα για να
μπορεί έτσι να αναδείξει την παρουσία της; Μην αποφάσισε πως η σελίδα είναι
τόσο μεγάλη και μυστηριώδης που καλά θα έκανε να κάτσει εκεί που ξέρει; Ή πάλι
μήπως δεν έδινε και μεγάλη σημασία σε όλο αυτό που υπήρχε γύρω της και εκείνη
έκανε αυτό που πραγματικά ήθελε;
Είχα φτάσει σε ένα σημείο που αν ήμουν αυτή η ευθεία μάλλον
θα ήμουν στα μέσα της. Καθώς αυτή η σκέψη μου ήρθε, πήρα το ποτήρι και βγήκα
στο μπαλκόνι. Ήταν ένα μάτσο χάλια εκεί. Ήταν γεμάτο με φύλλα και αέρα. Κρύωνα
και δεν μπορούσα να ανάψω το τσιγάρο μου. Η τέντα ήταν έτοιμη να φύγει και το
τραπεζάκι βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού. Αν ήμουν κάπως σοβαρός θα έπρεπε να
πάρω τις προφυλάξεις μου για όλα αυτά πρωτίστως και να μην σκέφτομαι γραμμές
πάνω στο χαρτί. Δε μπορούσα όμως να μη το σκέφτομαι: Σε όλη μου τη ζωή μάθαινα
καινούργια πράγματα, αποκτούσα πιο εξελιγμένες συσκευές, καθημερινά έλυνα συνέχεια
προβλήματα και ξεπερνούσα εμπόδια και αυτή εκεί η γραμμή μου έβγαζε με αυθάδεια
τη γλώσσα της.
Είχε μια ομαλή πορεία και εγώ συνέχεια πάλευα σα χάμστερ
μεσα σε περιστρεφόμενο κύλινδρο. Εκείνη είχε απλωθεί με χάρη πάνω στο χαρτί ενώ
εγώ προσπαθούσα να γεμίσω το χρόνο μου με πράγματα που τον ξεπερνούσαν. Εκείνη
δεν έδινε δεκάρα για το πώς ξεκίνησε και που κατέληξε ενώ εγώ προσπαθούσα να
πλατύνω την ύπαρξη μου.
Μπήκα ξανά μέσα, ξέπλυνα το ποτήρι, βάζοντας το στο
πλυντήριο πιάτων. Χώθηκα στο κρεβάτι και κοιμήθηκα. Την επόμενη ημέρα η γραμμή
πάνω στο χαρτί ήταν ακόμη εκεί. Ήταν ακριβώς η ίδια με εχθές. Χάρηκα κάπως με
αυτό όχι με χαιρεκακία αλλά γιατί κατάλαβα πως εγώ ακόμα μπορώ να ζωγραφίσω τη ζωή
μου πάνω στο χαρτί. Και κάπως έτσι τσούλησε το πρωινό της Κυριακής και ελπίζω
πολλά μετέπειτα πρωινά, μετά από αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου