Το κατάλληλο
γράμμα για να ξεκινήσει κανείς μια ιστορία είναι το γράμμα Ο. Ειδικά το
κεφαλαίο. Ένας μεγάλος, στρογγυλός, τροφαντός κύκλος. Μια ενωμένη στριφογυριστή
ευθεία. Ένα κενό κέντρο ή ένα περίγραμμα με ουσία. Το Ο είναι μια πορεία που
δεν ξέρει κανείς από πού ξεκίνησε και πως τελείωσε. Ένας κύκλος δίχως ενώσεις,
κολλήσεις και μερεμέτια. Ένας τέλειος κύκλος είναι ένα όμορφο γεωμετρικό σχήμα
και στολίδι κατάλληλο για να ντύσει κάθε λέξη. Ίσως αυτή η τελειότητα του
κύκλου να είναι ο λόγος εκείνος που έκανε τόσες πολλές γλώσσες του κόσμου να υιοθετήσουν
το γράμμα Ο στο αλφάβητο τους. Παρότι δεν σκαμπάζω και πολλά από παγκόσμια
γλωσσολογία έχω μια καταραμένη διαίσθηση πως τη στιγμή που οι χτιστάδες του
πύργου της Βαβέλ περίμεναν τις πρώτες τους προμήθειες κυβόλιθων για να
ξεκινήσουν το μεροκάματο τους, ακριβώς την ίδια στιγμή, το γράμμα Ο έριξε ένα
πήδο και έφυγε μακριά, τόσο μακριά ώστε να μη χάσει την υπόσταση του. Να μη
μπερδευτεί με συνομοταξίες, αντιθέσεις και πολέμους. Το γράμμα Ο έφυγε τόσο
μακριά από εκείνο το γιαπί που έμεινε για πάντα λατρεμένο και το πιθανότερο
είναι πως η γλώσσα το έχει ως το αγαπημένο της παιδί. Ίσως γιατί ήθελε να
ανήκει παντού, ίσως γιατί δεν είχε την ανάγκη να ανήκει κάπου μόνο.
Η ιστορία
λοιπόν ξεκινά με έναν τέτοιο τέλειο κύκλο. Με ένα γράμμα που βγήκε αρχικά ως
επιφώνημα και μετά γκέλαρε τα ψαχνά του ξεκινώντας να στριφογυρνά. Ο Ιάσονας
εκείνο το μεσημέρι ξεκίνησε
την πορεία του με εκείνο το Ο, το κεφαλαίο, το μόνο γράμμα που δε ζητά βοήθεια ακόμα
και όταν φωνάζει τον ίδιο του τον εαυτό με όλη του τη δύναμη. Τα φωνήεντα
πάντοτε ήταν καλά με τον φόβο. Δεν υπήρχε κανείς σε όλη τη Γη που σε στιγμή
φόβου η πανικού να πρόφερε κάποιο σύμφωνο. Όταν ξυπνούσε τα βράδια από κάποιον
εφιάλτη ο Ιάσωνας και τόσοι Ιάσονες φώναζαν α ή ο. Εξαρτιόταν από τα γούστα και
πάντοτε τα φωνήεντα ήταν η μόνη λύση για να ξορκίσουν το κακό, να φοβίσουν το
δαιμόνιο με την ένταση τους.
Αυτά από
ηχητικής άποψης μόνο. Αν φέρει κανείς ως εικόνα μπροστά του όλα τα γράμματα της
ελληνικής αλφαβήτου θα βρει και ένα νέο λόγο για να συμπαθήσει παραπάνω το
γράμμα ο. Το μικρό αυτή τη φορά. Σας παραθέτω λοιπόν τα γράμματα εκείνα που
είναι κλειστά, σφραγισμένα, σα να κρύβουν και εκείνα με τον δικό τους τρόπο
κάποιο τρομερό μυστικό όπως το ο. Γράμματα όπως το α, το β, το δ και το φ είναι
μερικά καλά παραδείγματα. Όλα αυτά τα γράμματα είναι συμπαγή. Λειτουργούν ως
οχυρό που δεν αφήνει τον εχθρό να μπει μέσα τους, να τα κατακτήσει. Όλα αυτά τα
γράμματα θέλουν τόσο να μοιάσουν στο ο, χωρίς όμως να το καταφέρνουν σε απόλυτο
βαθμό. Δε το καταφέρνουν γιατί όλα τους βγάζουν μια μικρή γραμμούλα σε κάποιο
τους σημείο που εγώ όπως το βλέπω είναι σα να απλώνουν χέρι για να ζητήσουν
βοήθεια, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων, σα να κάνουν οτοστόπ στην εθνική οδό
με έναν τεντωμένο αντίχειρα, φορώντας μίνι αποκαλυπτική φουστίτσα.
Τα γράμματα
είναι όπως οι άνθρωποι. Όλοι τους βγαίνουν σε δύο εκδόσεις. Σε μικρή και
μεγάλη. Στις καλές τους στιγμές και στις κακές τους. Σε στιγμές ανθρώπινες και
σε στιγμές μεγαλείων και υπερβάσεων. Τα γράμματα γίνονται κεφαλαία όταν
στριμώχνονται μπροστά από τελείες, θέλοντας έτσι να ξεκινήσουν τη δική τους
πρόταση. Τα γράμματα στην καθημερινότητα τους μένουν μικρά. Η καθημερινότητα
είναι το μεγάλο ποσοστό του χρόνου που χρειάζεται για να περιγράψουν τον εαυτό
τους και να πουν την δική τους εκδοχή περί αυτού. Κεφαλαία τα γράμματα γίνονται
μόνο σε εξαιρετικές στιγμές και αν μου επιτρέπετε την γενίκευση: και ο άνθρωπος
γίνεται μεγαλύτερος σε μερικές μόνο εξαιρετικές στιγμές της πορείας του. Ως εδώ
λοιπόν όλα καλά. Αν το προχωρήσουμε όμως παραπέρα το γράμμα Ο είναι εκείνο που
μένει ακριβώς το ίδιο, πεζό ή κεφαλαίο. Αν ρωτήσω τώρα εσάς πόσους ανθρώπους
γνωρίσατε ή γνωρίζετε στη δική σας ζωή που να μένουν ακριβώς οι ίδιοι τόσο στις
πεζές τους στιγμές όσο και σε εκείνες που το μεγαλείο τους αφρίζει
ξεχειλώνοντας τα όρια της φαντασίας ενός μεγαλείου, τότε τι θα μπορούσατε να
μου απαντήσετε;
Αν κάποιος μου
πει πως το γράμμα Θ μένει το ίδιο. Πεζό ή κεφαλαίο. Τότε αυτό που μου απομένει
να κάνω είναι να ξεταπώσω μια παγωμένη μπύρα και να κοιτάξω στα μάτια εκείνη τη
γάτα που πλαγιάζει στο χαλάκι της βεράντας μου δίχως να την έχω προσκαλέσει και
δίχως ποτέ να έχουμε αναπτύξει μιας τέτοιας μορφής οικειότητα που να της
επιτρέπει να αφήνει τόνους από το λευκό της τρίχωμα πάνω στο όμορφα μαύρο μου
πατάκι. Το γράμμα Θ λοιπόν είναι ένα σκέτο ψέμα. Συμφωνώ πως μένει το ίδιο, ή
σχεδόν το ίδιο, στις μεγάλες του και τις μικρές του στιγμές αλλά παρόλα αυτά το
Θ έχει εκείνη την παύλα στη μέση του που εμένα μου μοιάζει σα διπολική
διαταραχή. Σα Τζέκιλ και Χαίντ, Σα Γιν και Γιάνκ τσακωμένα για τα καλά. Το γράμμα Θ κρύβει το ένα κομμάτι του εαυτό του
από το άλλο. Το Θ φοβάται τις αλλαγές και για αυτό και όταν σηκώνεται από την
καρέκλα μένει τόσο ίδιο. Δε είναι η μετριοφροσύνη του αλλά η διχασμένη του
προσωπικότητα που το κάνει να φέρεται έτσι. Νομίζω πως αν επρόκειτο κάποιος να
μου τσουρουφλίσει τις πατούσες με ένα τσιγάρο, ενώ κρατάει πένσα για να μου
βγάλει ταυτόχρονα τα νύχια, και να μου λέει, διαβεβαιώνοντας με πως τίποτε από
αυτά δε θα συμβεί αν απλά και μόνο ουρλιάξω ΘθθθθθθθθΘΘ, τότε στα σίγουρα εγώ
θα φώναζα ΟοοοοοΟ.
Με το Ο ένοιωθα
πάντοτε περισσότερο άνετα. Το ίδιο με τα φωνήεντα που πάντοτε βγάζουν με τη μια όλη την ένταση από μέσα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου