Μπήκε στο μπαρ με μια τρικυμία και μια ερώτηση.
"Που είναι ο μπάρμαν;" στρίγγλισε και όλοι γύρισαν να τον κοιτάξουν.
"Που είναι ο γαμημένος μπάρμαν;" και όλοι επανήλθαν στις αρχικές τους θέσεις.
Σύρθηκε όλος μια απειλή και θολούρα μαζί και γαντζώθηκε από τη μπάρα.
Βρήκε ένα ξεχασμένο ποτήρι μπύρας και το κοπάνησε στο λούστρινο ξύλο.
Μετά ήπιε την τελευταία γουλιά που είχε απομείνει.
"Ο μπάρμαν θα μου γλύφει τα αρχίδια για όλο το καταραμένο υπόλοιπο βράδυ, θα τον κερνάω σφηνάκια και θα με κερνάει πίπες".
Από την κουζίνα βγαίνει ένας τύπος που είχε βυθίσει την ποδιά του μέσα σε ένα νεροπότηρο. Και έτριβε, και στέγνωνε. Ήταν θυμωμένος και φοβισμένος μαζί. Επικίνδυνος συνδυασμός. "Αχα" ήταν αυτό που του ξέφυγε και έσπρωξε το μπυροπότηρο στην μπάρα προς τη μεριά του μπάρμαν. Ο μπάρμαν κοίταξε το ποτήρι έως την τελική του πτώση. Γυαλάκια σκόρπισαν στο γεμάτο λάστιχο μπότας πλακάκι του πατώματος της μπάρας. Γύρισε και τον κοίταξε στριφογυρίζοντας όλη την ώρα την πετσέτα του μέσα στο ποτήρι. Έτριβε πολύ καλά και έτριβε για ώρα. Άφησε το ποτήρι πάνω στη μπάρα συνεχίζοντας να τον κοιτάει στα μάτια. Το ποτήρι έλαμπε, άστραφτε και ήταν κάτι που δεν το συναντάς εύκολα τριγύρω. Λίγη προσπάθεια παραπάνω για το τέλειο αποτέλεσμα. Μέσα στις ραγισμένες σκέψεις του μπάρμαν για άλλο ένα ήρεμο βράδυ που χανόταν σιγά σιγά ο τύπος κοίταζε μια το ποτήρι και μια τον ίδιο. Μετά ψιθύρισε προς την πλευρά του ποτηριού: "Ένα Jack διπλό και το λογαριασμό για τα σπασμένα". Γύρισε το σώμα του και κατευθύνθηκε στην τουαλέτα. Περπατούσε και σκεφτόταν ότι για άλλη μια νύχτα ο έρωτας θα μπορούσε να περιμένει.
"Που είναι ο μπάρμαν;" στρίγγλισε και όλοι γύρισαν να τον κοιτάξουν.
"Που είναι ο γαμημένος μπάρμαν;" και όλοι επανήλθαν στις αρχικές τους θέσεις.
Σύρθηκε όλος μια απειλή και θολούρα μαζί και γαντζώθηκε από τη μπάρα.
Βρήκε ένα ξεχασμένο ποτήρι μπύρας και το κοπάνησε στο λούστρινο ξύλο.
Μετά ήπιε την τελευταία γουλιά που είχε απομείνει.
"Ο μπάρμαν θα μου γλύφει τα αρχίδια για όλο το καταραμένο υπόλοιπο βράδυ, θα τον κερνάω σφηνάκια και θα με κερνάει πίπες".
Από την κουζίνα βγαίνει ένας τύπος που είχε βυθίσει την ποδιά του μέσα σε ένα νεροπότηρο. Και έτριβε, και στέγνωνε. Ήταν θυμωμένος και φοβισμένος μαζί. Επικίνδυνος συνδυασμός. "Αχα" ήταν αυτό που του ξέφυγε και έσπρωξε το μπυροπότηρο στην μπάρα προς τη μεριά του μπάρμαν. Ο μπάρμαν κοίταξε το ποτήρι έως την τελική του πτώση. Γυαλάκια σκόρπισαν στο γεμάτο λάστιχο μπότας πλακάκι του πατώματος της μπάρας. Γύρισε και τον κοίταξε στριφογυρίζοντας όλη την ώρα την πετσέτα του μέσα στο ποτήρι. Έτριβε πολύ καλά και έτριβε για ώρα. Άφησε το ποτήρι πάνω στη μπάρα συνεχίζοντας να τον κοιτάει στα μάτια. Το ποτήρι έλαμπε, άστραφτε και ήταν κάτι που δεν το συναντάς εύκολα τριγύρω. Λίγη προσπάθεια παραπάνω για το τέλειο αποτέλεσμα. Μέσα στις ραγισμένες σκέψεις του μπάρμαν για άλλο ένα ήρεμο βράδυ που χανόταν σιγά σιγά ο τύπος κοίταζε μια το ποτήρι και μια τον ίδιο. Μετά ψιθύρισε προς την πλευρά του ποτηριού: "Ένα Jack διπλό και το λογαριασμό για τα σπασμένα". Γύρισε το σώμα του και κατευθύνθηκε στην τουαλέτα. Περπατούσε και σκεφτόταν ότι για άλλη μια νύχτα ο έρωτας θα μπορούσε να περιμένει.