Η ανθρωπότητα μοιάζει σαν αφηνιασμένο άλογο που του ρίχνουν με αεροβόλο στα πισινά. Φτύνει αφρούς από το στόμα και τρέχει και τρέχει, δεν σταματά. Ήμουν αρκετά μικρός για να θυμάμαι πότε ακριβώς ξεκίνησε αυτό αλλά η ιστορία από ότι έχω καταλάβει πρέπει να άρχισε πολύ πριν από τη γέννηση μου. Ο κόσμος πάντοτε είχε μια μεγαλειώδη τάση να κάνει τα πράγματα όλο και χειρότερα. Με λίγα λόγια μοιάζει σα να είμαστε φτιαγμένοι για να τα κάνουμε σκατά όλη την ώρα. Εκεί που μια μαιμού πρίν από 100 χρόνια θα έτρωγε μια μπανάνα, και μια σύγχρονη μαϊμού θα έτρωγε μια άλλη μπανάνα με το ίδιο ακριβώς αγέρωχα πεινασμένο στυλ, ο άνθρωπος στο μεσοδιάστημα έχει ανακαλύψει τόσους πολλούς τρόπους, τόσες πολλές τροφές, τόσα διαφορετικά μέσα για να τη λαμβάνει που τελικά έχει χάσει αυτό το αγέρωχα πεινασμένο στυλ που όλα τα υπόλοιπα πεινασμένα ζωντανά διαθέτουν.
Και όσο για την τέχνη, αυτή και αν μοιάζει σα να βγήκε για να καλύψει τα κενά. Όσο πιο σκατά τα πάμε, τόσο πιο μεγαλειώδης η τέχνη και φυσικά - και το ξέρετε πως ισχύει πολύ καλά - και το ακριβώς αντίθετο. Το είχε πει ο Μπουκόφσκι: Δίχως τον πόλεμο, ο Χεμινγουεϊ δεν θα ήταν παρά μια ανούσια λεπτομέρεια σε κάποια ταυρομαχία. Όσο περισσότερο σκοτώνουμε ο ένας τον άλλο, κάθε φορά και με πιο μοντέρνους τρόπους, τόσο θα υπάρχουν άνθρωποι που αντί να βαριούνται ή να τρελαίνονται ή να συμβιβάζονται ή να αφήνουν κάθε τι φωτεινό να σβήσει από μέσα τους, θα προσπαθούν να ξεφύγουν μέσα από εκείνο το μικρό άνοιγμα που πάντα το παράλογο αφήνει εκτεθειμένο σε κάποια του πλευρά.
Και όσο για την πολιτική; Είναι μια χαμένη ιστορία. Αν χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο για να αποφασίσεις τι θα ψηφίσεις από το να αποφασίσεις τι θα μαγειρέψεις, τότε πίστεψε με η πολιτική έχει φτάσει στο τέρμα της. Έχει έρθει εκείνο το σημείο που πρέπει να αποφασίσεις το ποιός είσαι πραγματικά. Έχεις ξεμπερδέψει με τους σωτήρες. Εκείνους που σε ευνοούσαν δίχως εσύ να χρειαστεί να το προσπαθήσεις. Δεν υπάρχουν λύσεις πλέον που η πολιτική σκηνή να μπορεί να δώσει. Το πράγμα έχει δομηθεί τόσο καλά, τόσα χρόνια, που κατέληξε ως ένα άλλο ένα επάγγελμα που μπορεί κανείς να βγάλει πολλά χρήματα, μη κάνοντας τίποτα. Είναι η εποχή που μοιάζει πιθανότερο κάποια απάντηση να βγει μέσα από καφενείο που συσσωρεύονται άνεργοι παρά από κοινοβούλιο. Είναι η στιγμή της εξέγερσης αν με καταλαβαίνετε. Εκτός αν είσαστε από εκείνους που πιστεύουν πάρα πολύ σε κάτι που δεν έχει δείξει ακόμα δείγματα γραφής. Αν πιστεύετε στη μετά θάνατο ζωή για παράδειγμα, τότε μπορείτε κάλλιστα να περιμένετε να πάτε στον παράδεισο που η θρησκεία σας πρεσβεύει. Να περιμένετε εκεί μικρότερες ουρές στα ταμεία ανεργείας, καλύτερο πρόγραμμα στην τηλεόραση, και έναν καναπέ που θα μπορείτε να την αράζετε μακάρια δίχως να χρειάζεται να σκέφτεστε τις τοκοχρεωλητικές δόσεις που υπολείπονται για την εξόφληση της αγοράς του. Ένα τέτοιον παράδεισο τον σκέφτομαι και εγώ. Ίσως με λίγο δωρεάν WiFi. Ίσως και κερασμένα τα ποτά πρίν πάμε για ύπνο.
Αλλά ξέρετε κάτι; Νιώθω πως έχουμε λίγο χρόνο ακόμα για να μπορέσουμε να το ψάξουμε και από εδώ που τώρα είμαστε. Γιατί να αφήνουμε τον χρόνο έτσι; Να περνά, να χάνεται, να μας γεμίζει ρυτίδες και καμιά πιτσιρίκα να μη μας κοιτά; Γιατί να τρέχουμε και μεις σαν αφηνιασμένα άλογα με εκείνους τους τύπους με τα αεροβόλα να στοχεύουν τα πισινά μας; Γιατί δε σταματάμε να τρέχουμε; γιατί δε γυρνάμε πίσω να δούμε; γιατί δεν αρχίζουμε να τρέχουμε καταπάνω τους; Γιατί δεν παίρνουμε τη λίγη αυτή ζωή στα δικά μας χέρια και να τρέξουμε ελεύθερα στα λειβάδια της; Γιατί περιμένουμε μερικούς τρελαμένους ποιητές να μας ξεκουνίσουν; Γιατί ακόμα ψηφίζουμε ανθρώπους που την επόμενη ημέρα θα βρίσουμε;
Γιατί ο έρωτας έχει γίνει τόσο δύσκολος που εσύ τελικά σκέφτεσαι πως με μια μαλακία ξεμπερδεύεις πιο γρήγορα;
Και όσο για την τέχνη, αυτή και αν μοιάζει σα να βγήκε για να καλύψει τα κενά. Όσο πιο σκατά τα πάμε, τόσο πιο μεγαλειώδης η τέχνη και φυσικά - και το ξέρετε πως ισχύει πολύ καλά - και το ακριβώς αντίθετο. Το είχε πει ο Μπουκόφσκι: Δίχως τον πόλεμο, ο Χεμινγουεϊ δεν θα ήταν παρά μια ανούσια λεπτομέρεια σε κάποια ταυρομαχία. Όσο περισσότερο σκοτώνουμε ο ένας τον άλλο, κάθε φορά και με πιο μοντέρνους τρόπους, τόσο θα υπάρχουν άνθρωποι που αντί να βαριούνται ή να τρελαίνονται ή να συμβιβάζονται ή να αφήνουν κάθε τι φωτεινό να σβήσει από μέσα τους, θα προσπαθούν να ξεφύγουν μέσα από εκείνο το μικρό άνοιγμα που πάντα το παράλογο αφήνει εκτεθειμένο σε κάποια του πλευρά.
Και όσο για την πολιτική; Είναι μια χαμένη ιστορία. Αν χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο για να αποφασίσεις τι θα ψηφίσεις από το να αποφασίσεις τι θα μαγειρέψεις, τότε πίστεψε με η πολιτική έχει φτάσει στο τέρμα της. Έχει έρθει εκείνο το σημείο που πρέπει να αποφασίσεις το ποιός είσαι πραγματικά. Έχεις ξεμπερδέψει με τους σωτήρες. Εκείνους που σε ευνοούσαν δίχως εσύ να χρειαστεί να το προσπαθήσεις. Δεν υπάρχουν λύσεις πλέον που η πολιτική σκηνή να μπορεί να δώσει. Το πράγμα έχει δομηθεί τόσο καλά, τόσα χρόνια, που κατέληξε ως ένα άλλο ένα επάγγελμα που μπορεί κανείς να βγάλει πολλά χρήματα, μη κάνοντας τίποτα. Είναι η εποχή που μοιάζει πιθανότερο κάποια απάντηση να βγει μέσα από καφενείο που συσσωρεύονται άνεργοι παρά από κοινοβούλιο. Είναι η στιγμή της εξέγερσης αν με καταλαβαίνετε. Εκτός αν είσαστε από εκείνους που πιστεύουν πάρα πολύ σε κάτι που δεν έχει δείξει ακόμα δείγματα γραφής. Αν πιστεύετε στη μετά θάνατο ζωή για παράδειγμα, τότε μπορείτε κάλλιστα να περιμένετε να πάτε στον παράδεισο που η θρησκεία σας πρεσβεύει. Να περιμένετε εκεί μικρότερες ουρές στα ταμεία ανεργείας, καλύτερο πρόγραμμα στην τηλεόραση, και έναν καναπέ που θα μπορείτε να την αράζετε μακάρια δίχως να χρειάζεται να σκέφτεστε τις τοκοχρεωλητικές δόσεις που υπολείπονται για την εξόφληση της αγοράς του. Ένα τέτοιον παράδεισο τον σκέφτομαι και εγώ. Ίσως με λίγο δωρεάν WiFi. Ίσως και κερασμένα τα ποτά πρίν πάμε για ύπνο.
Αλλά ξέρετε κάτι; Νιώθω πως έχουμε λίγο χρόνο ακόμα για να μπορέσουμε να το ψάξουμε και από εδώ που τώρα είμαστε. Γιατί να αφήνουμε τον χρόνο έτσι; Να περνά, να χάνεται, να μας γεμίζει ρυτίδες και καμιά πιτσιρίκα να μη μας κοιτά; Γιατί να τρέχουμε και μεις σαν αφηνιασμένα άλογα με εκείνους τους τύπους με τα αεροβόλα να στοχεύουν τα πισινά μας; Γιατί δε σταματάμε να τρέχουμε; γιατί δε γυρνάμε πίσω να δούμε; γιατί δεν αρχίζουμε να τρέχουμε καταπάνω τους; Γιατί δεν παίρνουμε τη λίγη αυτή ζωή στα δικά μας χέρια και να τρέξουμε ελεύθερα στα λειβάδια της; Γιατί περιμένουμε μερικούς τρελαμένους ποιητές να μας ξεκουνίσουν; Γιατί ακόμα ψηφίζουμε ανθρώπους που την επόμενη ημέρα θα βρίσουμε;
Γιατί ο έρωτας έχει γίνει τόσο δύσκολος που εσύ τελικά σκέφτεσαι πως με μια μαλακία ξεμπερδεύεις πιο γρήγορα;